Πανελλήνιες 2013 Αρχαία Ελληνικά κατεύθυνσης: θέματα, SOS

Ποια είναι τα θέματα SOS για τα Aρχαία Ελληνικά Κατεύθυνσης στις Πανελλήνιες 2013; Διαβάστε τα SOS για να προετοιμαστείτε κατάλληλα.

Δείτε τα θέματα SOS για Αρχαία Ελληνικά Κατεύθυνσης για τις Πανελλήνιες 2013:

Πολύ πιθανό στα Αρχαία Ελληνικά στις Πανελλήνιες 2013 να πέσει ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ και μάλιστα για την ενότητα 6 (324 a-c). Μερικοί συζητάνε την ΠΛΑΤΩΝΟΣ, ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΕΝΟΤΗΣ 3Η 519 D–520A.

Διαβάστε τα προτεινόμενα θέματα για τα Αρχαία Ελληνικά Κατεύθυνσης για τις Πανελλήνιες 2013 από τα φροντιστήρια Ορίζοντες:

Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: Αριστοτέλη, Πολιτικά, Θ2, 1 – 4
Από το διδαγμένο κείμενο (Θ2, 1 – 4) να μεταφράσετε το απόσπασμα: “… περί τε τῶν πρὸς ἀρετὴν … τὴν διάνοιαν”.

Β. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: «Λυσίου, κατά Ἀλκιβιάδου λιποταξίου», 16-17
Ἡγοῦμαι δέ, ὦ ἄνδρες δικασταί, περὶ μὲν τοῦ νόμου καὶ αὐτοῦ τοῦ πράγματος οὐχ ἕξειν αὐτοὺς ὅ τι λέξουσιν·
ἀναβαίνοντες δ’ ὑμᾶς ἐξαιτήσονται καὶ ἀντιβολήσουσιν, οὐκ ἀξιοῦντες τοῦ Ἀλκιβιάδου ὑιέος τοσαύτην δειλίαν
καταγνῶναι, ὡς ἐκεῖνον πολλῶν ἀγαθῶν ἀλλ’ οὐχὶ πολλῶν κακῶν αἴτιον γεγενημένον· ὃν εἰ τηλικοῦτον ὄντα
ἀπεκτείνατε, ὅτε πρῶτον εἰς ὑμᾶς ἐλάβετε ἐξαμαρτάνοντα, οὐκ ἂν ἐγένοντο συμφοραὶ τοσαῦται τῇ πόλει. δεινὸν δέ μοι
δοκεῖ, ὦ ἄνδρες δικασταί, εἶναι, εἰ αὐτοῦ μὲν ἐκείνου θάνατον κατέγνωτε, τοῦ δὲ ὑιέος ἀδικοῦντος δι’ ἐκεῖνον
ἀποψηφιεῖσθε, ὃς αὐτὸς μὲν οὐκ ἐτόλμα μεθ’ ὑμῶν μάχεσθαι, ὁ δὲ πατὴρ αὐτοῦ μετὰ τῶν πολεμίων ἠξίου στρατεύεσθαι.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Α1. Στο κείμενο (Θ2, 1 – 4) του ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για την «ἐμποδὼν παιδεία»; Ποιο ήταν το περιεχόμενο της;

Α2. Να εξηγήσετε για ποιο λόγο ο Αριστοτέλης περιέλαβε σε ένα έργο που αφορά τα πολιτικά ζητήματα, μια τόσο
ενδελεχή εξέταση του θέματος της παιδείας;

Α3. Από ποιες ιδέες επηρεάστηκε ο Αριστοτέλης σχετικά με την ευδαιμονία και πώς όρισε ο ίδιος την έννοια αυτή;

Α4. Να γράψετε στα αρχαία ελληνικά τα αντώνυμα των παρακάτω λέξεων: φανερόν, χρήσιμα, λανθάνειν, ἐλευθέρων,
μανθάνειν.

Β1. Να γράψετε τη μετάφραση του παραπάνω κειμένου.

Β2. Να γράψετε τον τύπο που ζητείται για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις:
ἕξειν: το β΄ ενικό του αορίστου β΄ της προστακτικής στην ίδια φωνή
ἄνδρες: την κλητική ενικού
ἀναβαίνοντες: το β΄ ενικό του μέλλοντα της οριστικής στην ίδια φωνή
πολλῶν: την αιτιατική ενικού του αρσενικού γένους
ὄντα: το β΄ ενικό της προστακτικής στον ίδιο χρόνο
ἀπεκτείνατε: το γ΄ πληθυντικό του μέλλοντα της ευκτικής στην ίδια φωνή
τοσαῦται: τη γενική πληθυντικού στο ίδιο γένος
ἀποψηφιεῖσθε: το γ΄ πληθυντικό του παρακειμένου στην ίδια έγκλιση και φωνή
ὃς: την αιτιατική πληθυντικού
πατὴρ: τη δοτική πληθυντικού

Β3. α. Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση των παρακάτω λέξεων και φράσεων:
καταγνῶναι, ἀγαθῶν, ἐξαμαρτάνοντα, δεινὸν εἶναι, θάνατον, αὐτὸς
β. «εἰ αὐτοῦ μὲν ἐκείνου θάνατον κατέγνωτε»: Να αναγνωρίσετε τη δευτερεύουσα πρόταση (είδος, εισαγωγή,
εκφορά και συντακτικό ρόλο).
γ. ὡς γεγενημένον: Να αναλύσετε τη μετοχή στην αντίστοιχη δευτερεύουσα πρόταση.
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Α1. Ο Αριστοτέλης δηλώνει ότι το αντικείμενο που θα τον απασχολήσει είναι η σύγχρονή του παιδεία. Διευκρινίζει ότι
δε θα μιλήσει γενικά και αόριστα για το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά γι’ αυτό που υπάρχει στην εποχή του
(«ἐμποδὼν παιδείας»). Στόχος του Αριστοτέλη είναι να οδηγηθεί σε καθολικής εμβέλειας συμπεράσματα, ξεκινώντας
όμως με οδηγό την εμπειρία. Με τη φράση «ἐμποδὼν παιδείας» ο Αριστοτέλης εννοεί την παιδεία με την οποία
είμαστε καθημερινά σε επαφή, την παιδεία που ισχύει στην κοινωνία μας. Σε ένα παρακάτω χωρίο των Πολιτικών
(Πολιτικά 1337 b 23) αναφέρει τι αποτελούσε συνήθως την παιδεία του καιρού του. Τα μαθήματα, λοιπόν, που
διδάσκονταν εκείνη την εποχή, τα διακρίνει σε τέσσερις κλάδους που ήταν: α) ανάγνωση και γραφή, αντικείμενα τα
οποία θεωρούνταν χρήσιμα για τη ζωή («χρήσιμα πρὸς τὸν βίον»), β) γυμναστική, η οποία συντελούσε στην
καλλιέργεια της ανδρείας, γ) μουσική, η οποία θεωρούνταν και χρήσιμη για τη ζωή και ασκούσε ηθική επίδραση
στον άνθρωπο, δ) μερικές φορές σχέδιο και ζωγραφική, δεξιότητες που θεωρούνταν κι αυτές χρήσιμες για τη ζωή. Η
αριθμητική δεν αναφέρεται, επειδή ίσως στην Αθήνα αυτή διδασκόταν στο σπίτι και όχι στο σχολείο. Κατά τον
Παναγή Γ. Λεκατσά με τον όρο «γράμματα» που αναφέρεται στο κείμενο εννοείται όχι μόνον ανάγνωση, γραφή,
αλλά και στοιχεία γραμματικής και μαθηματικά. Για τα αντικείμενα (α) και (δ) λέει ο Αριστοτέλης ότι είναι χρήσιμα
πρὸς τὸν βίον, για το (β) ότι συντελεί στην καλλιέργεια της ανδρείας, και για τη μουσική (γ), όπως είπαμε και
προηγουμένως, ότι και χρησιμότητα για τη ζωή έχει και ηθική επίδραση στον άνθρωπο ασκεί. Βέβαια, αξίζει να
σημειώσουμε ότι υπάρχει σύγχυση σχετικά με το ρόλο, το περιεχόμενο και τον στόχο της εκπαίδευσης κάτι που
επιβεβαιώνεται από τη φράση «ταραχώδης ἡ σκέψις».

Α2. Είναι αξιοσημείωτο ότι, ενώ ο Αριστοτέλης γράφει ένα έργο σχετικό με πολιτικά ζητήματα, αφιερώνει ένα εκτενές
κομμάτι στην παιδεία. Ήδη από την πρώτη φράση της ενότητας διαπιστώνεται ότι ο Αριστοτέλης συνδέει την
παιδεία με τη διακυβέρνηση της πολιτείας («Ὅτι μὲν οὖν νομοθετητέον…φανερόν·»). Η παιδεία είναι λοιπόν πολιτικό
θέμα που πρέπει να απασχολεί και τους πολιτικούς και τους νομοθέτες, γι’ αυτό πρέπει να κατοχυρώνεται με νόμο
και να είναι ίδια για όλους, γιατί επηρεάζει τη συνολική ζωή του κράτους, αλλά και του κάθε πολίτη ξεχωριστά, αφού καθορίζει το παρόν του και προδιαγράφει το μέλλον του. Συγκεκριμένα, αφού σκοπός της πόλης είναι η
ευδαιμονία του συνόλου των πολιτών, κοινή θα πρέπει να είναι και η παιδεία που τους παρέχεται. Μάλιστα, κάνει
λεπτομερή εξέταση του ρόλου της παιδείας, των διδακτικών αντικειμένων και του στόχου που πρέπει να θέτει.
Επίσης, ο Αριστοτέλης ανέφερε σε άλλο σημείο του έργου του ότι η παιδεία παίζει σημαντικό ρόλο για την ομαλή
λειτουργία του πολιτεύματος και ότι αν αυτή παραμεληθεί, κινδυνεύει το ίδιο το πολίτευμα. Λογικά, λοιπόν,
στέκεται με τόση προσοχή στο θέμα της παιδείας, αφού συνδέεται άμεσα με τα πολιτικά και πολιτειακά ζητήματα
της πόλης. Τέλος, ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι όλοι οι πολίτες ανήκουν στην πόλη -όχι στον εαυτό τους- και έχουν
αναλάβει σημαντικό χρέος και ευθύνες έναντι αυτής. Για το λόγο αυτό η παιδεία που θα τους παρέχει η πολιτεία
είναι αυτή που θα καθορίσει τη στάση τους απέναντι στην πόλη τους και θα τους καταστήσει σωστούς και ενάρετους
πολίτες. Η παιδεία, λοιπόν, δε σχετίζεται απλώς με την προσωπική καλλιέργεια του ανθρώπου, αλλά με τη
διαμόρφωσή του σε ένα σωστό πολίτη, επομένως η παιδεία συνδέεται άμεσα με την εύρυθμη λειτουργία του
πολιτεύματος και της πόλης. Πράγματι, η παιδεία επηρεάζει την ποιότητα ζωής των πολιτών, την πνευματική τους
καλλιέργεια, την ηθικότητά τους την πολιτική τους ωριμότητα. Η παιδεία είναι το μέσον με το οποίο μπορούν οι
πολίτες να αναπτύξουν τις δυνατότητές τους και να προσφέρουν τα βέλτιστα στο κοινωνικό σύνολο. Εφόσον,
λοιπόν, η παιδεία είναι θεμέλιο της προόδου, μια δημοκρατική πολιτεία πρέπει κατά κύριο λόγο να ενδιαφέρεται και
να μεριμνά για την παιδεία όλων των πολιτών της και σε αυτήν να στηρίζει το μέλλον της. Για όλους αυτούς τους
λόγους, ο φιλόσοφος θεώρησε ανάγκη να μιλήσει για τα θέματα της παιδείας μέσα σε ένα έργο πολιτικής θεωρίας.

Α3. Βλ. σχολικό βιβλίο σελ. 152, «Όλα αυτά θέλουν να πουν … αυτού του θέματος».

Α4. φανερόν ἄδηλον χρήσιμα ἄχρηστα λανθάνειν μνημονεύειν ἐλευθέρων δούλων μανθάνειν
ἀγνοεῖν

Β1. Νομίζω όμως, κύριοι δικαστές, ότι για το νόμο και την υπόθεση της λιποταξίας αυτοί (οι αντίπαλοί μου) δεν θα
ξέρουν τι να πουν. Αφού ανέβουν στο βήμα θα ζητήσουν χάρη και θα σας ικετεύσουν (για τον κατηγορούμενο)
προβάλλοντας την αξίωση να μην καταδικάσετε το γιο του Αλκιβιάδη για τόσο μεγάλη δειλία, επειδή δήθεν έχει
γίνει εκείνος πρόξενος πολλών αγαθών σε σας και όχι πολλών κακών. Αυτόν αν τον σκοτώνατε όταν ήταν στην
ηλικία του γιου του όταν για πρώτη φορά τον πιάσατε να σας αδικεί, δε θα συνέβαιναν τόσο μεγάλες συμφορές στην
πόλη. Μου φαίνεται πως είναι φοβερό, κύριοι δικαστές, αν από τη μια καταδικάσατε εκείνον τον ίδιο σε θάνατο, θα
αθωώσετε από την άλλη εξαιτίας του πατέρα του το γιο αν και σας αδικεί, ο οποίος δεν τολμούσε να μάχεται μαζί
σας, ενώ ο πατέρας του έκρινε σωστό να εκστρατεύει μαζί με τους εχθρούς (σας).

Β2. ἕξειν: σχές
ἄνδρες: ἄνερ
ἀναβαίνοντες: ἀναβήσει / ἀναβήσῃ
πολλῶν: πολύν
ὄντα: ἴσθι
ἀπεκτείνατε: ἀποκτενοῖεν
τοσαῦται: τοσούτων
ἀποψηφιεῖσθε: ἀπεψηφισμένοι εἰσί
ὅς: οὕς
πατήρ: πατράσι(ν)

Β3. α. καταγνῶναι: τελικό απαρέμφατο, αντικείμενο της μετοχής «ἀξιοῦντες»
ἀγαθῶν: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική αντικειμενική στο «αἴτιον»
ἐξαμαρτάνοντα: κατηγορηματική μετοχή, αναφέρεται στο εννοούμενο αντικείμενο του ρήματος «τοῦτον», με
ρήμα εξάρτησης το «ἐλάβετε»
δεινὸν εἶναι: ειδικό απαρέμφατο ως υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα «δοκεῖ»
θάνατον: άμεσο αντικείμενο στο ρήμα «κατέγνωτε» (και αιτιατική της ποινής)
αὐτός: ονοματικός ομοιόπτωτος κατηγορηματικός προσδιορισμός στο υποκείμενο «ὃς» του ρήματος
«οὐκ ἐτόλμα»
β. «εἰ αὐτοῦ μὲν ἐκείνου θάνατον κατέγνωτε»: δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση υποθετικής
αιτιολογίας. Εισάγεται με το σύνδεσμο «εἰ», ο οποίος προσδίδει στην πρόταση υποθετική απόχρωση. Εκφέρεται
με οριστική («κατέγνωτε»), γιατί δηλώνει το πραγματικό. Συντακτικά λειτουργεί ως υποκείμενο στην απρόσωπη
έκφραση «δεινὸν εἶναι».
γ. ὡς γεγενημένον: ὡς ἐκεῖνος γεγένηται αἴτιος

Επίσης προτεινόμενα θέματα για τα Αρχαία Ελληνικά από τα φροντιστήρια Ορίζοντες:

Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια (Β1, 1-3 & B1,4)
(Το διδαγμένο κείμενο κι η μετάφρασή του δε δίνονται λόγω οικονομίας του χώρου)

Β. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ (Πλάτων, Απολογία Σωκράτους, 23 c-d)
Πρὸς δὲ τούτοις οἱ νέοι μοι ἐπακολουθοῦντες–οἷς μάλιστα σχολή ἐστιν, οἱ τῶν πλουσιωτάτων–αὐτόματοι,
χαίρουσιν ἀκούοντες ἐξεταζομένων τῶν ἀνθρώπων, καὶ αὐτοὶ πολλάκις ἐμὲ μιμοῦνται, εἶτα ἐπιχειροῦσιν ἄλλους
ἐξετάζειν· κἄπειτα οἶμαι εὑρίσκουσι πολλὴν ἀφθονίαν οἰομένων μὲν εἰδέναι τι ἀνθρώπων, εἰδότων δὲ ὀλίγα ἢ
οὐδέν. Ἐντεῦθεν οὖν οἱ ὑπ᾽ αὐτῶν ἐξεταζόμενοι ἐμοὶ ὀργίζονται, οὐχ αὑτοῖς, καὶ λέγουσιν ὡς Σωκράτης τίς ἐστι
μιαρώτατος καὶ διαφθείρει τοὺς νέους· καὶ ἐπειδάν τις αὐτοὺς ἐρωτᾷ ὅ, τι ποιῶν καὶ ὅ, τι διδάσκων, ἔχουσι μὲν
οὐδὲν εἰπεῖν ἀλλ᾽ ἀγνοοῦσιν, ἵνα δὲ μὴ δοκῶσιν ἀπορεῖν, τὰ κατὰ πάντων τῶν φιλοσοφούντων πρόχειρα ταῦτα
λέγουσιν, ὅτι “τὰ μετέωρα καὶ τὰ ὑπὸ γῆς” καὶ “θεοὺς μὴ νομίζειν” καὶ “τὸν ἥττω λόγον κρείττω ποιεῖν”. Τὰ γὰρ
ἀληθῆ οἴομαι οὐκ ἂν ἐθέλοιεν λέγειν, ὅτι κατάδηλοι γίγνονται προσποιούμενοι μὲν εἰδέναι, εἰδότες δὲ οὐδέν.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Α. Να μεταφράσετε το απόσπασμα: «Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης … διὰ τοῦ ἔθους.».

A1. Ο Αριστοτέλης, ενώ υποστηρίζει ότι η ηθική αρετή δεν υπάρχει εκ φύσεως στον άνθρωπο, ισχυρίζεται ότι δεν
υπάρχει και σε αντίθεση με την ανθρώπινη φύση (Οὔτ’ ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί»). Πώς
αντιλαμβάνεστε την άποψη αυτή που διατυπώνει ο φιλόσοφος στο πρώτο απόσπασμα (Β1, 1-3);

A2. Πώς, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αποκτά κάποιος τις ηθικές αρετές με βάση το δεύτερο απόσπασμα (Β1, 4); Να
σχολιάσετε τη λογική αδυναμία που φαίνεται να υπάρχει στο συλλογισμό του, σύμφωνα με την οποία οι
άνθρωποι, αν και προβαίνουν σε ηθικές ενέργειες, δε σημαίνει ότι είναι κάτοχοι της αρετής;

A3. Ποιος είναι ο ορισμός που δίνει ο Αριστοτέλης για τον όρο εὐδαιμονία και πώς δικαιολογείται ο συσχετισμός
ευδαιμονίας-αρετής στην αριστοτελική αντίληψη;

A4. α) Να δώσετε ένα παράγωγο ουσιαστικό για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: ἐθίζῃ, πεφυκότων, ἰδεῖν,
δῆλον.
β) Από ποιες λέξεις παράγονται οι παρακάτω λέξεις: οξύνοια, επώνυμος, ανδρείκελο, φυτώριο.

Β1. Να μεταφράσετε το αδίδακτο κείμενο

Β2. α. Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου:
οἷς: αιτιατική πληθυντικού αριθμού του θηλυκού γένους
πολλὴν: δοτική ενικού αριθμού του συγκριτικού βαθμού στο ίδιο γένος
τις: γενική πληθυντικού αριθμού στον ίδιο τύπο
κρείττω: ο ίδιος τύπος στο θετικό βαθμό
ἀληθῆ: γενική ενικού αριθμού στο ίδιο γένος
πλουσιωτάτων: δοτική ενικού του θηλυκού γένους στον ίδιο βαθμό
εἰδότες: γενική ενικού αριθμού του θηλυκού γένους
β. Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου:
ἀκούοντες: γ΄ πληθυντικό πρόσωπο της οριστικής του παρακειμένου στην ίδια φωνή
εἰδέναι: α΄ πληθυντικό πρόσωπο της οριστικής του ενεστώτα
διαφθείρει: γ΄ ενικό πρόσωπο της υποτακτικής του παθητικού αορίστου β’
ἐρωτᾷ: απαρέμφατο μέλλοντα ενεργητικής φωνής
εἰπεῖν: μετοχή παρακειμένου στην άλλη φωνή
νομίζειν: ο ίδιος τύπος στο μέλλοντα στην ίδια φωνή
γίγνονται: β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του αορίστου β’

Β3. α. Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση των παρακάτω λέξεων:
οἷς, ἀκούοντες, εἰδέναι, μιαρώτατος, οὐδὲν, πάντων
β. Να αναγνωρίσετε τις ακόλουθες δευτερεύουσες προτάσεις:
ἐπειδάν τις αὐτοὺς ἐρωτᾷ
ὅτι κατάδηλοι γίγνονται προσποιούμενοι…οὐδέν

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Α1. Ο Αριστοτέλης διατυπώνει την άποψη ότι οι αρετές -και μάλιστα οι ηθικές και όχι οι διανοητικές αρετές- δεν
υπάρχουν στον άνθρωπο εκ φύσεως, άποψη την οποία έχει αποδείξει. Όμως, τώρα, ο φιλόσοφος προχωρά,
λέγοντας ότι δεν υπάρχουν και σε αντίθεση με φύση. Αν όμως η αρετή είναι υπόθεση «έθους» και αν το έθος
ταιριάζει αποκλειστικά και μόνο στον άνθρωπο, είναι λογικό να δεχτούμε ότι ο τελευταίος έχει την ακόλουθη
ιδιαιτερότητα: να μη διαθέτει από τη φύση του την αρετή και την ίδια στιγμή να είναι το μόνο ον που έχει το
φυσικό προνόμιο να επιδιώκει την αρετή με τη διαδικασία του εθισμού. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο οι αρετές, ενώ δεν είναι «φύσει», δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι «ἐγγίνονται παρὰ φύσιν». Το γεγονός δηλαδή
ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν εκ φύσεως στον άνθρωπο, δε σημαίνει ότι είναι και αντίθετες με τη φύση
(«παρά φύσιν»). Εφόσον οι ηθικές αρετές καλλιεργούνται με το ἔθος και το ἔθος είναι ίδιον του ανθρώπου, είναι
επόμενο ο άνθρωπος να φέρει εκ φύσεως την παρόρμηση ή την τάση να επιζητεί την αρετή μέσα από τον εθισμό.
Ο άνθρωπος λοιπόν από τη φύση του έχει την προδιάθεση να δεχτεί τις ηθικές αρετές, είναι δηλαδή επιδεκτικός σ’
αυτές, φτάνει όμως στην ολοκλήρωση, την ηθική του τελείωση, μόνο μέσω του ἔθους, με την άσκηση «διά ἔθους»
(«τελειουμένοις δὲ διὰ τοῦ ἔθους»). Και στο Μετά τά φυσικά ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η αρετή είναι
«τελείωσις τις». Θεωρεί δηλαδή ότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται, γίνεται τέλειος, με την απόκτηση της αρετής,
εκπληρώνοντας έτσι το σκοπό (τέλος) της ύπαρξής του (τελεολογικό περιεχόμενο). Συμπερασματικά, λοιπόν θα
λέγαμε πως ο άνθρωπος δε γεννιέται με την ηθική αρετή, γεννιέται όμως με την προδιάθεση να την αποκτήσει. Τι
συμβαίνει στ’ αλήθεια με τις ηθικές αρετές; Είναι κάτι το ενδιάμεσο, συνιστούν «ένα μεταξύ», τοποθετούνται
ανάμεσα στο φύσει και στο παρά φύσιν: ο άνθρωπος γεννιέται με την προδιάθεση να μάθει, άρα είναι εκ φύσεως
επιδεκτικός στην αρετή. Το ζητούμενο είναι το επόμενο βήμα: να αξιοποιεί αυτή την έμφυτη προδιάθεση και
μέσω του εθισμού, της συνήθειας, της διαδικασίας της επανάληψης να ολοκληρώνει την καλλιέργειά του. Αξίζει
να επισημάνουμε ότι η απόσπαση της αρετής από τον κόσμο της φυσικής αναγκαιότητας και η σύνδεσή της με
τον εθισμό και τις βουλητικές ενέργειες είναι ένα θετικό στοιχείο της αριστοτελικής ηθικής. Η αρετή είναι πλέον
όχι κάτι το τελεσίδικο και το αμετάκλητο, που επιβάλλεται στον άνθρωπο ανεξάρτητα από τη βούλησή του, αλλά
μια ανοιχτή δυνατότητα, την οποία μπορεί αυτός να αξιοποιήσει, ένας αγώνας στον οποίο καλείται να αποδυθεί.
Οπότε την τιμή και την ευθύνη σχετικά με την έκβαση ενός τέτοιου αγώνα την έχει ο ίδιος ο άνθρωπος.

Α2. Ο Αριστοτέλης ολοκληρώνει τη συλλογιστική πορεία του, με τη διατύπωση της θέσης του σχετικά με τις ηθικές
αρετές («οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ’ ἀνδρεῖα
ἀνδρεῖοι»). Σύμφωνα με τη θέση αυτή οι άνθρωποι αποκτούν τις ηθικές αρετές, αφού προηγουμένως
επαναλάβουν πολλές φορές τις αντίστοιχες ηθικές πράξεις. Αναλυτικότερα, αφού κάποιος επαναλάβει πολλές
φορές, πράξεις δίκαιες, ανδρείες, σώφρονες, θα γίνει, τελικά, κάτοχος αυτών των αρετών, δηλαδή θα γίνει δίκαιος,
ανδρείος, σώφρων. Έτσι, ο Αριστοτέλης ολοκληρώνει την αναλογία που έκανε ανάμεσα στις τέχνες και τις ηθικές
αρετές, δείχνοντας με παραδείγματα τον παρεμφερή τρόπο, με τον οποίο αποκτά κάποιος μια τέχνη ή μια ηθική
αρετή. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Αριστοτέλης για άλλη μια φορά δείχνει να μην αποδέχεται την παλιά
αριστοκρατική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία οι ηθικές αρετές υπάρχουν έμφυτες στους ανθρώπους και
συγκεκριμένα στους ευγενείς. Αντιθέτως, υποστηρίζει την άποψη ότι κανένας άνθρωπος δε γεννιέται με έμφυτη
την αρετή, αλλά ότι όλοι μπορούν να την αποκτήσουν με συνεχή και συνεπή προσπάθεια, με τον εθισμό τους στην
τέλεση ηθικών πράξεων. Ωστόσο, στο σημείο αυτό μπορεί εύλογα να δημιουργηθεί μια απορία: ο Αριστοτέλης
είπε ότι με το να κάνουμε ανδρείες και δίκαιες πράξεις γινόμαστε ανδρείοι και δίκαιοι, ότι δηλαδή ο άνθρωπος
γίνεται ηθικός, αφού προηγουμένως συνηθίσει να πράττει ηθικές πράξεις. Όμως, πώς γίνεται να κάνει αυτές τις
ηθικές πράξεις, αν δεν είναι ηθικός; Μήπως στο σημείο αυτό υπάρχει ένα αδύνατο σημείο στο συλλογισμό του;
Πραγματικά, εύκολα θα λέγαμε ότι ίσως συμβαίνει κάτι τέτοιο, καθώς, σύμφωνα με τη λογική, η τέλεση μιας
ηθικής πράξης απαιτεί να είναι κάποιος ηθικός. Όμως, ο Αριστοτέλης σε άλλο σημείο του έργου του θα εξηγήσει
ότι απλώς η τέλεση μιας ηθικής πράξης δε συνεπάγεται ότι αυτός που την τελεί είναι και ηθικός άνθρωπος. Για να
θεωρηθεί, αντιθέτως, κάποιος ηθικός, θα πρέπει να τελεί τις πράξεις του έχοντας ακριβή γνώση («εἰδώς») αυτού
που πράττει και όχι να κάνει συμπτωματικά κάτι το σωστό και ηθικό. Επίσης, να προβαίνει στις ηθικές αυτές
ενέργειες με οδηγό του τη συνειδητή επιλογή και προτίμησή του («προαιρούμενος») για τις πράξεις αυτές.
Δηλαδή, να επιτελεί το ηθικό απλά και μόνο επειδή αγαπά τη συγκεκριμένη πράξη και όχι για να προκύπτει
κάποιο άλλο όφελος από την πράξη αυτή. Θα πρέπει, δηλαδή, οι ηθικές ενέργειες να είναι αυτοσκοπός και όχι
μέσο επίτευξης άλλων σκοπών. Η τέλεση αυτών των πράξεων να είναι και αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής.
Τέλος, να εκτελεί αυτές τις ενέργειες με ένα σταθερό και αμετάβλητο τρόπο («βεβαίως καὶ ἀμετακινήτως»), να
αποτελούν οι ηθικές πράξεις κανόνα στη ζωή του. Επομένως, δεν υπάρχει καμιά αδυναμία στη σκέψη του
φιλοσόφου, καθώς το να ενεργεί κάποιος ηθικά, δε σημαίνει ότι είναι και ηθικός.

Α3. «Όλες λοιπόν αυτές οι ιδέες … αυτού θέματος» (Αρχαία Ελληνικά, Φιλοσοφικός Λόγος, ΟΕΔΒ, Αθήνα, σελ. 152).

Α4. α) ἐθίζῃ: εθισμός, πεφυκότων: έμφυτος, ἰδεῖν: αυτόπτης, δῆλον: διαδηλωτής.

β) οξύνοια: διανοητικῆς, επώνυμος: τοὔνομα, ανδρείκελο: ἀνδρεῖα, φυτώριο: φύσει.

Β1. Εκτός από αυτά, οι νέοι ακολουθώντας εμένα – σε όσους υπάρχει προπαντός ελεύθερος χρόνος, δηλαδή τα παιδιά
των πολύ πλούσιων- εθελουσίως, χαίρονται να ακούνε τους ανθρώπους να εξετάζονται, και αυτοί πολλές φορές
με μιμούνται και ως εκ τούτου προσπαθούν να εξετάζουν άλλους· και έπειτα, νομίζω βρίσκουν μεγάλη αφθονία
από ανθρώπους που νομίζουν ότι ξέρουν κάτι, αλλά γνωρίζουν λίγα ή τίποτα. Από τότε λοιπόν, όσοι εξετάζονται από αυτούς, οργίζονται με εμένα, όχι με αυτούς, και λένε ότι τάχα ο Σωκράτης είναι ένας πολύ βδελυρός
άνθρωπος και διαφθείρει τους νέους· και όταν κάποιος τους ρωτάει τι κάνοντας και τι διδάσκοντας, δεν μπορούν
να πουν τίποτα, αλλά αγνοούν, και για να μη φανεί ότι αγνοούν, λένε αυτές τις πρόχειρες κατηγορίες εναντίον
όλων όσων ασχολούνται με τη φιλοσοφία, ότι δηλαδή « (ο Σωκράτης εξετάζει) τα ουράνια φαινόμενα και όσα
συμβαίνουν κάτω από τη γη», και ότι «δεν πιστεύει σε θεούς» και «κάνει τον άδικο λόγο δίκαιο». Γιατί, νομίζω,
δε θα ήθελαν να πουν την αλήθεια, ότι δηλαδή αποκαλύπτεται ολοφάνερα πως προσποιούνται ότι γνωρίζουν, ενώ
δε γνωρίζουν τίποτα.

Β2. α. οἷς: ἃς
πολλὴν: πλείονι/πλέονι
τις: τινῶν
κρείττω: ἀγαθόν
ἀληθῆ: ἀληθοῦς
πλουσιωτάτων: πλουσιωτάτῃ
εἰδότες: εἰδυίας
β. ἀκούοντες: ἀκηκόασιν
εἰδέναι: ἴσμεν
διαφθείρει: διαφθαρῇ
ἐρωτᾷ: ἐρὴ σεσθαι
εἰπεῖν: εἰρημένος –η –ον
νομίζειν: νομιεῖν
γίγνονται: γενοῦ

Β3. α. οἷς: δοτική προσωπική κτητική, εξαρτάται από το ρήμα «ἐστιν»
ἀκούοντες κατηγορηματική μετοχή (εξαρτάται από το ρήμα ψυχικού πάθους «χαίρουσιν»),
συνημμένη στο υποκείμενο («οἱ νέοι») του ρήματος
εἰδέναι: ειδικό απαρέμφατο ως αντικείμενο της μετοχής «οἰομένων» (ετεροπροσωπία)
μιαρώτατος: κατηγορούμενο του υποκειμένου («Σωκράτης») του ρήματος (μέσω του συνδετικού
ρήματος «ἐστι»)
οὐδὲν: σύστοιχο αντικείμενο του απαρεμφάτου «εἰπεῖν» (οὐδὲνα λόγον)
πάντων: ονοματικός ομοιόπτωτος κατηγορηματικός προσδιορισμός στο «τῶν
φιλοσοφούντων»
β. ἐπειδάν τις αὐτοὺς ἐρωτᾷ:
Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική- υποθετική πρόταση. Εισάγεται με τον χρονικοϋποθετικό σύνδεσμο
«ἐπειδάν» (ἐπειδή + αοριστολογικό ἂν) και εκφέρεται με υποτακτική «ἐρωτᾷ».
Οι κύριες προτάσεις «ἔχουσι μὲν οὐδὲν εἰπεῖν ἀλλ᾽ ἀγνοοῦσιν» θεωρούνται οι αποδόσεις και έτσι
σχηματίζεται ένας λανθάνων σύνθετος (ως προς τις αποδόσεις) υποθετικός λόγος που δηλώνει την αόριστη
επανάληψη στο παρόν- μέλλον.
ὅτι κατάδηλοι γίγνονται προσποιούμενοι…οὐδέν:
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο «ὅτι» (δηλώνει αντικειμενική
κρίση), εκφέρεται με οριστική «γίγνονται», επειδή δηλώνει πραγματικό γεγονός και λειτουργεί ως επεξήγηση
στο «Τὰ ἀληθῆ».

Διαβάστε τα θέματα sos της Νεοελληνικής Γλώσσας έκθεσης για τις Πανελλήνιες 2013.

ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ
Δείτε πώς είναι σήμερα διάσημοι που μεσουράνησαν στο παρελθόν, πραγματικά αγνώριστοι!